«Πόσα πόδια έχει ένας σκύλος αν ονομάσουμε την ουρά του «πόδι»;
Τέσσερα. Το να λέμε την ουρά «πόδι», δεν την κάνει πόδι».
Αβραάμ Λίνκολν, 1809-1865 πρόεδρος των ΗΠΑ
«Όταν λέω την αλήθεια, δεν το κάνω για να πείσω
εκείνους που δεν τη γνωρίζουν,
αλλά για να υπερασπιστώ αυτούς που τη γνωρίζουν».
William Blake, 1757-1827, άγγλος ποιητής και ζωγράφος
Η ΑΛΗΘΕΙΑ είναι ολόκληρη αλήθεια; Ή μήπως όχι; Είναι άραγε τα αποφάγια που μας «κερνάει» η εξουσία και η επίσημη ενημέρωση τα ονομάζει πληροφόρηση και ειδήσεις;
ΑΛΗΘΕΙΑ είναι οι αυταπάτες και οι ψευδαισθήσεις, που «οφείλουμε» να καταναλώσουμε κατά πως μας συμβουλεύουν οι «δικοί» και οι «φίλοι» και μάλιστα να τα χωνέψουμε ιδιαίτερα στους καιρούς της «ανάγκης»;
Ποιά είναι η σχέση της με την πολιτική;
Η αλήθεια έχει ιδιοκτήτες, έστω εκείνους, που αρέσκονται να την ορίζουν ως φορείς της επαναστατικής ιδεολογίας και του κινήματος;
Απαντήσεις και απόψεις από μέρους μας έχει επιχειρηθεί επανειλημμένα να καταγραφούν, έχοντας βέβαια κάθε επίγνωση ότι θα επιστρέφουμε συχνά στα ίδια ζητήματα.
Θα πούμε, όμως, μόνο τούτο. Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΔΕΝ ΑΝΗΚΕΙ ΣΕ ΚΑΝΕΝΑΝ. Είναι το φως που αγωνίζεται να μην θαμπώσει από το σκοτάδι καμμιάς μορφής εξουσίας συμπεριλαμβανομένης και εκείνης των κάθε λογής επίδοξων επαναστατών.
Έχουν, όμως, επίσης γραφτεί τόσα και τόσα για την εθελοδουλεία. Ότι είναι η εμπέδωση κάθε μορφής εξουσίας, ότι είναι η άνευ όρων απεμπόληση της κριτικής σκέψης, της απλής αμφισβήτησης, ακόμα και εκείνης της πρωτόλειας ρήξης με όσα ορίζονται ως αυθαιρεσίες.
Είναι λανθασμένη οπτική, κατά την γνώμη μας, εκείνη που δεν υπολογίζει τις διακυμάνσεις σ’ αυτήν την περίπτωση. Η κορύφωση δεν έρχεται από μόνη της. Προϋποθέτει μια πολυσύνθετη διαδικασία.
Οι ειδικοί, όμως, είναι ενθουσιασμένοι με τα αποτελέσματα. Στην τελική φάση το «υποκείμενο» δεν δείχνει πια καμία διάθεση να ελευθερωθεί. Μάλλον έχει ξεχάσει αυτόν τον προορισμό ή αυτή την πηγή, αν θέλετε. Το «υποκείμενο» πλέον δεν μπορεί να φανταστεί τον εαυτό του χωρίς τις «αλυσίδες» του, δυσανασχετεί όταν του τις αφαιρούν, τις θεωρεί πια σάρκα από την σάρκα του, είναι έτοιμο να αγωνιστεί, ακόμη και να πεθάνει για να μην τις αποχωριστεί. Το αγρίμι αρχίζει να μεταμορφώνεται σε αρνάκι. Η εξημέρωση είναι πλέον γεγονός.
Η επίδειξη εκ μέρους της εξουσίας αυτής της επιτυχίας είναι απαραίτητη. Όχι μόνο για τον παραδειγματισμό των υπολοίπων. Η επίδειξη του αποτελέσματος κατοχυρώνει και την απόδειξη της μεταμόρφωσης, το βαθμό της δυσκολίας της, τα εμπόδια που προσπεράστηκαν, την σκληρότητα που κάμφθηκε, ακόμα και εκείνον τον «κίνδυνο» της ματαίωσης του εγχειρήματος, που όμως προσπεράσθηκε.
Το πέρασμα από την μια κατάσταση στην άλλη πρέπει να γίνει αντιληπτό ως το «δώρο» που προσφέρει η εξουσία, μια εικόνα που θα κάμψει και τελικά θα εξουδετερώσει κάθε κριτική ικανότητα.
Το ελάσσον γίνεται μείζον και το αντίστροφο. Εδώ πια η καταστολή παρουσιάζεται σαν το πεπρωμένο, που είναι αδύνατο να αποφύγουμε. Η προσαρμοστικότητα, αναγκαία συνθήκη, αφού είναι αδύνατη η σύγκρουση με την τεχνολογική κοινωνία ή με τα μέσα που κατέχει ο εχθρός, ενώ η ιδεολογική σκέψη αποστασιοποιείται από την πραγματικότητα, αυτή την φορά δικαιωμένη και στεφανωμένη με τα αγωνιστικά παράσημα, που είναι τουλάχιστον ιεροσυλία να αμφισβητηθούν. Έτσι, ο ορθολογισμός έρχεται δαφνοστεφανωμένος να αντιταχθεί με το «παράλογο» της άρνησης της πλήρους υποταγής ή της ένταξης στην τεχνολογική κοινωνία.
Κάθε μέθοδος καταναγκασμού, που ανανεώνει τις υπάρχουσες, σε περιόδους κοινωνικής, πολιτικής και οικονομικής «κρίσης», έρχεται να επιβληθεί μέσα από λέξεις που διεγείρουν συναισθήματα και πάθη, τόσο αρνητικά όσο και θετικά, κάτι που είναι ζητούμενο για την εξουσία και όχι απευκταίο γεγονός.
Οι αντιθέσεις, όπως γνωρίζουν οι τεχνικοί της εξουσίας, η ανομοιογένεια στους κόλπους των εξουσιαστικών μερίδων δεν αναιρεί την δυνατότητα επιβολής από μέρους τους, αλλά την διευρύνει. Τα αποτελέσματα είναι πράγματι εντυπωσιακά, όταν η τελική σύγκλιση φοράει τον μανδύα του ανθρωπισμού. Εδώ προνομιακό πεδίο για κάθε εξουσία είναι αυτό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ενώ η επιβολή γίνεται σκληρότερη, ολοένα και πιο ασφυκτική, πρέπει να πιστέψουμε στα «δικαιώματα» που δεν είναι αναλώσιμα. Και η παράσταση ανεβαίνει, κατεβαίνει, ξανά και ξανά, με νέους κομπάρσους ή πρωταγωνιστές να προστίθενται στους παλαιότερους, προσαρμόζεται στους «εύκολους» ή «δύσκολους» καιρούς, στις κινηματικές ανάγκες ή στις κομματικές συμμαχίες που αλλάζουν, στην «νέα εποχή».
Το κίνημα, ισχυρίζονται πολλοί, πνέει τα λοίσθια. Δεν υπάρχει χώρος και χρόνος για κριτική, ούτε για κάποιο έστω στοιχειώδες ξεκαθάρισμα απόψεων. Οι αναρχικοί πρέπει να είναι κοντά με την αριστερά· τώρα που έρχονται οι μέρες της δεν είναι καιρός για πολυτέλειες και «καθαρότητες». Μοιάζουν πράγματι αυτά τα λόγια με εκείνη την προτροπή, πριν από δεκαετίες, να γίνουν οι αναρχικοί «λίγο» μπολσεβίκοι. Μήπως δεν έχει αλλάξει τίποτε από τότε;
Ας δούμε ορισμένα θέματα που ήρθαν (;) στην επιφάνεια με αφορμή την απεργία πείνας του Ν. Ρωμανού ξεκαθαρίζοντας ότι αν κάτι διακρίνει τους αναρχικούς από ολόκληρο τον εξουσιαστικό συρφετό είναι η αγάπη τους για την ελευθερία, αλλά και η βούλησή τους να διατηρούν την ικανότητα να αναλύουν καταστάσεις και γεγονότα, να εναντιώνονται σε κάθε μορφή, άτυπη ή μη, φίμωσης των απόψεών τους, αλλά και η πλήρης διαφοροποίησή τους από τα κόμματα και τις λογικές τους, όχι στα λόγια αλλά και στην πράξη, με συνέπεια και ανυποχώρητα.
Οι αναρχικοί δεν είναι ασήμαντοι παρλαπίπες που καμώνονται τους ειδικούς στα φιλοσοφικά ζητήματα. Ούτε καρικατούρες ειδημόνων σε τάχα θεωρητικά ζητήματα. Το κινηματικό κουρμπέτι δεν έχει έλλειψη από δαύτους. Τυπικά υποδείγματα αποτυχημένων με ό,τι καταπιάστηκαν, πιότερο γνωστοί για τις αποτυχίες τους, μα φορτωμένοι με κινηματικά παράσημα παρ’ όλα αυτά και γνωστοί στα κινηματικά μετερίζια, αφού στα ύστερα της σύντομης «συνταξιοδότησης» τους και την κατάλληλη ώρα έγλειψαν και συνεχίζουν να γλείφουν εκεί που παλαιότερα έφτυναν. Και όμως είναι «μέσα». Γράφουν ή μιλούν ότι είναι «μέσα» στο κίνημα και νιώθεις ότι λιγώνονται. Οι μπουρδολογίες τους, όσο πιο εξόφθαλμες γίνονται με τον καιρό άλλο τόσο φαίνεται να αποκτούν υπεραξία στο κινηματικό χρηματιστήριο. Και όμως έτσι είσαι «μέσα». Η συνταγή του κινηματικού παράγοντα δεν θέλει περισσότερα.
Εμείς, πάντως, θα συνεχίσουμε να αναπνέουμε άλλον αέρα.
Δεν έχουμε καμμία πρόθεση να αναδείξουμε «ήρωες», ούτε και «χαμένους». Δεν μας ενδιαφέρουν οι «νίκες» ή «ήττες» της πολιτικής και των κινημάτων. Τους τις χαρίζουμε. Δεν μπορεί, όμως, η πιο βαθιά κομματίλα που χαρακτηρίζει εδώ και καιρό το κίνημα να ταυτίζεται με την αναρχία και να περιμένουν την απόλυτη σιωπή. Δεν μπορεί ο εκβιασμός, η εξαπάτηση, η διαπραγμάτευση, οι πολιτικές τεχνικές να αναδεικνύονται ως μέσα για την κοινωνική απελευθέρωση. Δεν μπορεί το κράτος να προχωρεί ακάθεκτο στους σχεδιασμούς του και αυτό να ονομάζεται νίκη και ανυποχώρητος αγώνας του κινήματος!!!
Δεν μπορεί κάποιος να θεωρεί εαυτόν αναρχικό και είτε να τελεί σε πλήρη σύγχυση περί των αναρχικών ιδεών, είτε να αλλάζει κάθε μήνα απόψεις σαν τα πουκάμισα. Δεν μπορεί να επιδεικνύεται τέτοια απαξία, αλλά και σκληρότητα με λόγια και με πράξεις απέναντι σε ολόκληρη την κοινωνία, και την ίδια στιγμή το ευρύτερο περιβάλλον να απολαμβάνει την αφόρητη δυσοσμία που εκπέμπει ο συγχρωτισμός με ό,τι χειρότερο έχει να κάνει με τον λεγόμενο κόσμο της νύχτας.
Πρώτα απ’ όλα θα αναφερθούμε στο ζήτημα αυτής καθεαυτής της απεργίας πείνας.
Σε προγενέστερο χρόνο και με αφορμή την απεργία πείνας του Κώστα Σακκά ανέφερε ο Νίκος Ρωμανός μεταξύ άλλων σε κείμενό του στις 23 Ιουνίου του 2013:
«Η απεργία πείνας αποτελεί το έσχατο μέσο αγώνα ενός ανθρώπου της επανάστασης […] Τα κοινά σημεία σύνδεσης (Σημείωση: αναφέρεται σε διάφορους απεργούς πείνας) μπορεί να είναι από ελάχιστα έως ανύπαρκτα υπάρχει όμως μια απόφαση που παραμένει ίδια «Μάχομαι μέχρι το τέλος.» […] Αυτή ακριβώς η απόφαση έχει σταθεί ικανή ώστε να δημιουργήσει έναν ιδιότυπο εκβιασμό που ασκείται εναντία στο κράτος. Ένας εκβιασμός που όσο οξύμωρο και αν ακούγεται έχει αποκτήσει σημαντική διαπραγματευτική ισχύ εξαιτίας των νεκρών απεργών πείνας. Φυσικά από την στιγμή που μιλάμε για διαπραγματευτική ισχύ αναγνωρίζουμε την ύπαρξη ισορροπιών μέσα στον επαναστατικό πόλεμο οι οποίες σχηματίζονται από τις κοινωνικές, πολιτικές και οικονομικές συνθήκες της εκάστοτε εποχής και την πόλωση που επικρατεί ανάμεσα σε κρατιστές και επαναστάτες. Αυτό δεν σημαίνει ότι τις σεβόμαστε και ο στόχος που θέτουμε είναι να τις εκτρέψουμε και να τις ρίξουμε στα βράχια. Ούτε όμως σημαίνει ότι δεν τις χαρτογραφούμε, τις εντοπίζουμε και τις χρησιμοποιούμε προς όφελος μας. Η απεργία πείνας είναι ακριβώς αυτή η περίπτωση, όπου το ανθρωπιστικό προσωπείο της δημοκρατίας χρησιμοποιείται ώστε να επιτευχθούν οι απαιτήσεις του αγωνιστή. Μια μάχη που διεξάγεται απέναντι στην πολιτική εκπροσώπηση του συστήματος, την δημοκρατία, ένας εκρηκτικός μηχανισμός που ο αγωνιστής επιλέγει να τοποθετήσει μέσα στο σώμα του και να βαδίσει στο σημείο που βρίσκονται τα θεμέλια της δημοκρατικής συνοχής κοινοποιώντας πως σε περίπτωση που δεν εκπληρωθεί το αίτημα του, η έκρηξη που θα ακολουθήσει θα έχει αλυσιδωτές αντιδράσεις στο εσωτερικό της δημοκρατίας […] Φυσικά όλα αυτά απαιτούν την ακύρωση κάθε θεσμικής διαμεσολάβησης και τον σαφή διαχωρισμό μας από αριστερές κορώνες και τα μπάσταρδα τους».
Έχουμε αναφερθεί στο παρελθόν στις προβληματικές που υπάρχουν κατά την γνώμη μας από αναρχικής σκοπιάς στην διεξαγωγή απεργίας πείνας. Δεν θεωρούμε, βέβαια, τους εαυτούς μας θεματοφύλακες αυτών των απόψεων, που άλλωστε ενστερνίζονται αρκετοί ακόμη αναρχικοί ή και συλλογικότητες με παραπλήσια ή ακόμα και διαφορετικά επιχειρήματα.
Εδώ, όμως, διαβάζουμε εκπληκτικά πράγματα. Το «μάχομαι μέχρι το τέλος» που χαρακτήρισε πράγματι ιστορικά την απεργία πείνας αγωνιστών, που έδωσαν την ζωή τους μη τερματίζοντας την απεργία πείνας διότι το κράτος δεν υποχωρούσε, ενισχύει την διαπραγματευτική ισχύ εκείνων που αναγνωρίζουν την ύπαρξη «ισορροπιών μέσα στον επαναστατικό πόλεμο», και είναι έτοιμοι να εκβιάσουν τον αντίπαλο ώστε να εκπληρωθεί το αίτημά τους. Ναι, καλά διαβάσατε. Έτσι η «απεργία πείνας είναι ακριβώς αυτή η περίπτωση, όπου το ανθρωπιστικό προσωπείο της δημοκρατίας χρησιμοποιείται ώστε να επιτευχθούν οι απαιτήσεις του αγωνιστή». Μόνο που στους εκβιασμούς επικρατεί εκείνος που ελέγχει την κατάσταση, δηλαδή έχει μεγαλύτερη ισχύ. Εκείνος θα παραχωρήσει άμεσα ή έμμεσα εκείνα που θεωρεί ότι αναλογούν στην περίσταση που έχει μπροστά του, εκείνος θα προχωρήσει στους σχεδιασμούς του και αυτός στην περίπτωση αυτή δεν είναι άλλος από το κράτος. Όσο για την ακύρωση κάθε θεσμικής μεσολάβησης εδώ πια είναι για να γελάει κάθε πικραμένος…
Στις 9-11-2014 στο ΚΕΙΜΕΝΟ ΕΝΑΡΞΗΣ ΑΠΕΡΓΙΑΣ ΠΕΙΝΑΣ επαναδιατυπώνεται το σκεπτικό:
«Οι νόμοι, εκτός από εργαλεία ελέγχου και καταστολής, αποτελούν ταυτόχρονα και μια διατήρηση ισορροπιών ή αλλιώς αυτό που επιγραμματικά ονομάζουμε κοινωνικά συμβόλαια, αντανακλούν κοινωνικοπολιτικούς συσχετισμούς και διαμορφώνουν τμηματικά ορισμένες θέσεις διεξαγωγής του κοινωνικού πολέμου. Γι’ αυτό και η επιλογή που κάνω θέλω να είναι όσο το δυνατόν πιο ξεκάθαρη: δεν υπερασπίζομαι τη νομιμότητά τους· αντίθετα, απευθύνω έναν πολιτικό εκβιασμό ώστε να κερδίσω ανάσες ελευθερίας από την ισοπεδωτική συνθήκη του εγκλεισμού».
Οι πολιτικοί εκβιασμοί, όπως είναι γνωστό, δεν υφίστανται χωρίς την αποδοχή του στοιχείου της διαπραγμάτευσης. Η διαπραγμάτευση προϋποθέτει όχι μόνο την αλληλοαναγνώριση των εμπλεκομένων μερών αλλά και τους κατάλληλους μεσολαβητές. Οι κοινωνικοπολιτικοί συσχετισμοί σε μια προεκλογική περίοδο, βέβαια, συνδιαμορφώνονται από σημαντικά κέντρα εξουσίας. Με άλλα λόγια πως είναι δυνατόν να διεξάγεται απεργία πείνας σε περίοδο σκληρής πολιτικής διαπραγμάτευσης για την επόμενη ημέρα (ανανέωση του μνημονίου, πιθανότητα πρόωρων εκλογών, εκλογή προέδρου της δημοκρατίας κ.λπ.) ο απεργός πείνας κατά δήλωση του «μπαίνει» στο παιχνίδι και είναι δυνατόν να μιλά για ακύρωση κάθε θεσμικής μεσολάβησης; Η συνέχεια των πραγμάτων μιλάει από μόνης της…
Σε τηλεφωνική τοποθέτηση του ο Νίκος Ρωμανός σε εκδήλωση στις 19-11-2014 στο ΕΜΠ αναφέρεται και πάλι στο θέμα της απεργίας πείνας και στην πρόθεση του να προχωρήσει όσο μπορεί τον «πολιτικό εκβιασμό» μέσω αυτής:
«Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, όταν κάποιος βρίσκεται φυλακισμένος τα μέσα που έχει φαντάζομαι κατανοείτε όλοι ότι είναι πολύ περιορισμένα και το μοναδικό δυναμικό μέσο και σε ατομικό επίπεδο και σε συλλογικό ας πούμε είναι η απεργία πείνας. Εντάξει, τον τελευταίο καιρό έχουν υπάρξει στην Ελλάδα αρκετές απεργίες πείνας, κάποιες λιγότερο κάποιες περισσότερο εύστοχες, όμως πάντα η απεργία πείνας όπως και να το κάνουμε ήταν και θα είναι ο πιο σκληρός εκβιασμός απέναντι στο δημοκρατικό προσωπείο του κράτους […]Και γω από την μεριά μου κοιτώντας από την μία έναν αυξανόμενο περιορισμό τόσο σε εμάς, κυρίως σε εμάς για την ακρίβεια, και από την άλλη μια δυνατότητα που μου παράγεται βάσει των δικών τους νόμων επέλεξα την απεργία πείνας, όχι κάνοντας μία επίκληση στην αστική νομιμότητα αλλά θέτοντας έναν εκβιασμό και προκαλώντας το δήθεν ανθρωπιστικό χαρακτήρα του συστήματος […] Το θέμα είναι εάν υπάρχει ας πούμε μία περίπτωση διαπραγμάτευσης να σου πουν ότι θα σε πηγαίνουμε εμείς. Αλλά θα με πηγαίνουνε αυτοί ας πούμε πώς; Δηλαδή άμα κάτσεις και το σκεφτείς λίγο, θα μπαίνουνε τα ΕΚΑΜ στο πανεπιστήμιο τρεις φορές τη βδομάδα και θα ανοίγουνε την πόρτα με κουκούλες και θα λένε αστυνομία, όλοι κάτω […] και θα κάθονται από πάνω μου; Είναι κάπως ψιλοοξύμωρο. Δηλαδή ακόμα και να γίνει ας πούμε αν μη τί άλλο θα έχει ενδιαφέρον, θα έχει πλάκα. Αλλά εντάξει εγώ σκέφτομαι ας πούμε, προφανώς, πρέπει να έχεις στο μυαλό σου διαπραγματευτικά χαρτιά σε μια τέτοια περίπτωση, όπως και σε κάθε απεργία πείνας, αλλά σκέφτομαι να το τραβήξω όσο γίνεται ας πούμε για αυτό που θέλω εγώ. Αυτό.». Εδώ ανοίγοντας λίγο παραπάνω τα χαρτιά του «αποκαλύπτει» ότι σκέφτεται να το τραβήξει όσο γίνεται, αλλά έχει στο μυαλό του και διαπραγματευτικά χαρτιά, «όπως και σε κάθε απεργία πείνας».
Εδώ βέβαια «το μάχομαι μέχρι τέλους» αφορά τους νεκρούς απεργούς πείνας και όχι τον ίδιο, αφού δηλώνει ευθαρσώς ότι θα το τραβήξει «όσο γίνεται».
Στις 3-12-2014 -12-2014 με νέα ανακοίνωσή του ο απεργός πείνας δηλώνει:
«Με λίγα λόγια η εγκυρότητα της προσφυγής ακυρώνεται δια στόματος υπουργού απλά και ξεκάθαρα. Όλο αυτό ντυμένο με την ανυπόστατη πρόταση για μαθήματα μέσω τηλεδιάσκεψης αντί αδειών, η οποία δεν ευσταθεί λόγω των εργαστηρίων που έχουν αναγκαστική παρουσία, ενώ ανοίγει και τον δρόμο στα συμβούλια των φυλακών να τις καταργήσουν εντελώς, αφού είναι γνωστή η ευθυνοφοβία τους και η λύση της τηλεδιάσκεψης θα ισχύσει για όλους τους κρατούμενους. Με την ίδια ακριβώς λογική σε λίγο καιρό τα επισκεπτήρια με τις οικογένειές μας θα γίνονται μέσα από οθόνες για λόγους ασφαλείας όπως και τα δικαστήριά μας. Η τεχνολογία στην υπηρεσία «του σωφρονισμού» και της δικαιοσύνης. Ανθρώπινη πρόοδος ή εκφασισμός… η ιστορία θα κρίνει […] Εγώ από την πλευρά μου συνεχίζω, προσπερνάω την οποιαδήποτε πιθανότητα να κάνω πίσω και απαντάω με ΑΓΩΝΑ ΩΣ ΤΗ ΝΙΚΗ Ή ΑΓΩΝΑ ΩΣ ΤΟ ΘΑΝΑΤΟ».
Τι διαβάζουμε σ’ αυτήν την ανακοίνωση; Εν ολίγοις ότι ο ίδιος θεωρεί το μέτρο της τηλεδιάσκεψης –που, εν τέλει, ο ίδιος αποδέχθηκε ως έναν από τους απαραίτητους όρους φοίτησης και μια από τις προϋποθέσεις για χορήγηση αδείας με «βραχιολάκι»– κατασταλτική μεθόδευση, που ενδέχεται να επεκταθεί ακόμα και στα επισκεπτήρια των κρατουμένων και των συγγενών τους. Υπόσχεται μάλιστα αυτή την φορά ότι δεν θα το τραβήξει όσο γίνεται σύμφωνα, με την προηγούμενη ανακοίνωση, αλλά ότι θα βαδίσει μέχρι την νίκη ή μέχρι τον θάνατο.
Στις 10-12 ανακοινώνεται από τον ίδιο τον απεργό η λήξη της νικηφόρας (!!!) κατ’ αυτόν απεργίας πείνας:
«Μετά από 31 μέρες σκληρού και ανυποχώρητου αγώνα σταματάω την απεργία πείνας έχοντας σημειώσει μια σημαντική νίκη. Η τροπολογία που ψηφίστηκε στη Βουλή με μοναδικό αποδέκτη εμένα, είχε μεγάλες διαφορές από τις αρχικές εξαγγελίες του υπουργού Δικαιοσύνης κάνοντας εν τέλει δεκτή την απαίτησή μου ακόμα και αν αυτό συνεπάγεται το να «φοράω βραχιολάκι». Το μόνο σίγουρο είναι ότι αυτή η νίκη ήταν αποτέλεσμα της πολιτικής πίεσης που ασκήσαμε για αυτό και ο κόσμος του αγώνα και η Μαχητική Αναρχία είναι αδιαμφισβήτητα ηθικά, πολιτικά και πρακτικά οι μεγάλοι νικητές».
Μήπως ο απεργός δεν ενημερώθηκε για το περιεχόμενο της τροπολογίας, μήπως ξεγελάστηκε από τους διαπραγματευτές (δικηγόροι, γονείς, κόμματα κλπ); Και καλά, ο νεαρός Ρωμανός δεν γνώριζε από πολιτική, [η μεγαλομανία (ανεκδιήγητο το συμπέρασμα ότι η τροπολογία που ψηφίστηκε στην βουλή είχε μοναδικό αποδέκτη τον εαυτό του!!!) δεν ήταν ποτέ καλός σύμβουλος σε κατά πολύ εμπειρότερους ανθρώπους], οι αλληλέγγυοι που πανηγυρίζουν δεν κατάλαβαν τίποτα; Μάλλον αρκετοί κατάλαβαν και πολύ καλά μάλιστα.
Διαβάζουμε στη διαδικτυακή σελίδα Ίντερ Άρμα μεταξύ άλλων στις 9-12-2014:
«Με προμετωπίδα τις δικαστικές αρχές και τους πολιτικούς τους προϊσταμένους στο υπουργείο Δικαιοσύνης, το κράτος, κάνοντας χρήση της νομολογίας, μετακυλά την ευθύνη για την υγεία του συντρόφου στους γιατρούς του νοσοκομείου Γεννηματά, που νοσηλεύεται, αλλά και στον ίδιο, προτείνοντας λύσεις, που ξέρουν από πριν πως θα απορριφθούν, σε μια προσπάθεια να έχει επικοινωνιακά το πάνω χέρι. H πρόταση νομοσχεδίου, που θα καθιερώνει νομικά τη χρήση τηλεδιάσκεψης για ορισμένες επαφές του κρατουμένου με τον έξω κόσμο, έχει πολλαπλή ανάγνωση. Καταρχήν, έρχεται ως δήθεν αντιπρόταση ενός κράτους, που είναι ανοιχτό στα αιτήματα ακόμα και αιχμαλώτων ανταρτών πόλης. Το κράτος επιχειρεί επιτυχώς να βρίσκεται επικοινωνιακά σε προνομιούχο θέση, διαμηνύοντας παράλληλα ότι δεν υπάρχει περίπτωση, τουλάχιστον με τα σημερινά δεδομένα, να δοθεί λύση στο ζήτημα, η οποία θα επιτρέπει την έξοδο του συντρόφου από τη φυλακή. Επιπλέον, το κράτος πετάει επικοινωνιακά το γάντι στον σύντροφο και τους αλληλέγγυους και υπογείως στην αριστερά, καθώς μεγάλο κομμάτι του αλληλέγγυου λόγου έχει επικεντρωθεί στο δικαίωμα της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης και όχι στην ελευθερία, που θα προσέφεραν οι άδειες. Η λύση του υπουργείου, λοιπόν, επιτρέπει την παρακολούθηση (έστω προσχηματικά) των μαθημάτων, αλλά όχι την έξοδο από τη φυλακή, εμφανιζόμενο έτσι να ικανοποιεί το φαινομενικά ζητούμενο. Τέλος, μέσω αυτής της «λύσης» προωθείται στα σιωπηλά η θεσμοθέτηση της πρακτικής της τηλεδιάσκεψης. Η τηλεδιάσκεψη εφαρμόζεται ήδη σε χώρες του εξωτερικού αλλά και της Ε.Ε. Η εφαρμογή αφορά επισκεπτήρια συγγενών και φίλων, αλλά ακόμα και την ίδια τη δικαστική διαδικασία. Πρόσφατα, στην Ιταλία, η δίκη μέσω τηλεδιάσκεψης εφαρμόστηκε στους αναρχικούς συντρόφους Gianluca Iacovacci (μέλος της FAI/IRF) και Adriano Antonacci, διωκόμενους για διάφορες επιθέσεις στην Ιταλία. Το αναφέρουμε αυτό καθώς η θεσμική και ανεπίσημη “αλληλοκατανόηση” Ελλάδας-Ιταλίας σε αστυνομικά και δικαστικά θέματα είναι παραπάνω από γνωστή. […] Θεωρούμε, λοιπόν, πως με δεδομένη την αμετακίνητη θέση του εχθρού, την επίσης ανυποχώρητη θέση του συντρόφου καθώς και την κεκτημένη δυναμική των προηγούμενων ημερών, τίθεται επιτακτικά το ζήτημα της όξυνσης και της διάχυσης των εχθροπραξιών ενάντια στην κυριαρχία, καθώς, κάθε μέρα που περνάει, η ήδη επιβαρυμένη υγεία του συντρόφου επιδεινώνεται επικίνδυνα».
Το κράτος επέβαλλε συνολικά τους όρους του.
Ο υπουργός Δικαιοσύνης Χ. Αθανασίου ανέγνωσε στη βουλή τη νέα βελτιωμένη τροπολογία που προβλέπει:
-Να χορηγείται δυνατότητα παρακολούθησης μαθημάτων από κοντά με ηλεκτρονική επιτήρηση (βραχιολάκι) χωρίς τους νομικούς περιορισμούς, που ισχύουν μέχρι σήμερα, εφ’ όσον έχουν οι κρατούμενοι πρώτα με επιτυχία παρακολουθήσει το 1/3 των μαθημάτων και εργαστηρίων.
-Να παρακολουθούν κοινώς στη συνέχεια με βραχιολάκι μετά από ένα εξάμηνο εξ αποστάσεως παρακολούθησης.
Δηλαδή ακόμα και μετά την ορισμένη εξ αποστάσεως φοίτηση και τότε υπάρχει δυνατότητα απόρριψης της αίτησης για να φορέσει κάποιος «βραχιολάκι» εφ’ όσον η απόρριψη «αιτιολογείται ειδικά και εμπεριστατωμένα, με βάση πραγματικά περιστατικά, τα οποία δεν μπορεί να είναι μόνον το γεγονός της υποδικίας ή της καταδίκης για συγκεκριμένο αδίκημα», όπως είχαν προτείνει οι βουλευτές του Συριζα και όχι μόνο.
Δηλαδή ο απεργός πείνας δεν πήρε τίποτα «στο χέρι» και άμεσα. Θα πρέπει να παρακολουθήσει για ένα εξάμηνο εξ αποστάσεως τα μαθήματα, να κάνει αίτηση για βραχιολάκι, να είναι καλό παιδί και βλέπουμε…
Πού, λοιπόν, βρίσκεται η «νίκη» του «ανυποχώρητου» αγώνα;
Μήπως στο ότι η συγκεκριμένη τροπολογία ήταν η μοναδική που ψηφίστηκε απ’ όλα τα κόμματα του κοινοβουλίου, που συναίνεσαν τελικά στην λύση του «προβλήματος»; Όμως η συντεταγμένη επίδειξη φιλανθρωπίας των κομμάτων δεν έρχεται σε ανύποπτη στιγμή.
Διαβάζουμε στην εφημερίδα τα Νέα (13-14/12/2014, Βαγγέλης Βενιζέλος-Αλέξης Τσίπρας, Η αρχή μιας ωραίας φιλίας). «Το μεσημέρι της Τετάρτης, λίγες ώρες αφότου ο Ρωμανός είχε ξεκινήσει απεργία δίψας, ο Αλέξης Τσίπρας σήκωσε το τηλέφωνο και σχημάτισε τον αριθμό του αντιπροέδρου της κυβέρνησης […] Ο πρόεδρος του Συριζα του ζήτησε μεσολάβηση για το γνωστό θέμα της λυτρωτικής τροπολογίας, ο Βενιζέλος συμφώνησε κι όλα τα άλλα εξελίχθησαν με πρωτόγνωρη ταχύτητα. Λεπτομέρεια: το τηλεφώνημα προς τον Βενιζέλο ήταν το πρώτο που έκανε ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης για να λυθεί ο γόρδιος δεσμός στο θέμα Ρωμανού. Κατόπιν αυτής της συνεννόησης τηλεφώνησε στην προεδρία της Δημοκρατίας. ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ. Η αλήθεια είναι ότι εκείνο το δίωρο τετ α τετ ανάμεσα στους Αλέξη Τσίπρα και Βαγγέλη Βενιζέλο στο υπουργείο Εξωτερικών την 1η Δεκέμβρη απελευθέρωσε και τους δυο πολιτικούς αρχηγούς».
Όσο για την στάση των ΜΜΕ τα λόγια περιττεύουν.
«Οι φυλακισμένοι που μπαίνουν στα πανεπιστήμια δικαιούνται εκπαιδευτικές άδειες. Ο Ρωμανός τις στερείται γιατί είναι υπόδικος. Έτσι λέει ο νόμος. Σύμφωνοι, έτσι λέει ο νόμος, αλλά ο δικαστής, όταν αποφασίζει, μαζί με τον νόμο βάζει το συναίσθημα, τις εμπειρίες και τα βιώματά του. Έτσι κι αλλιώς, όποια ποινή και να πάρει, την εκπαιδευτική του άδεια θα τη δικαιούται. Στον αντίποδα όσων στερήσαμε από αυτά τα παιδιά ως ευτελισμένη γενιά της μεταπολίτευσης, δεν οφείλουμε, έστω και κατόπιν εορτής, κάποια αντανακλαστικά; Στη μνήμη μου θα μείνει χαραγμένο το αίτημά του κατά τη διάρκεια της παρουσίας μου στις φυλακές του Αυλώνα. Εξέφρασε με τρόπο άκρως ευγενικό την επιθυμία του για ένα ηλεκτρονικό παιχνίδι! Γιατί κατά βάθος παραμένει παιδί. Τον ευχαριστώ δημόσια για τη χαρά που μου έδωσε». (Μάκης Τριανταφυλόπουλος, 8-12-2014, Ζούγκλα).
Και εμείς χαρήκαμε Μάκη, να είσαι καλά φιλάνθρωπε και προστάτη των παιδιών και εις ανώτερα…
Διευκρινιστικά με την υποδικία του Ρωμανού παραπέμπουμε σε δική του δήλωση και συγκεκριμένα σε κείμενο του στις 11 Ιουνίου 2014 με τον τίτλο Η πολεμική της αξιοπρέπειας, όπου διαβάζουμε μεταξύ άλλων:
«Αναλαμβάνω την πολιτική ευθύνη για την συμμετοχή μου στις αναρχικές εμπρηστικές ομάδες FAI-Φωτιές στον Ορίζοντα, FAI-Μονάδα Φωτιά στα Κάτεργα και Μαχόμενη Μειοψηφία […] Συγκεκριμένα λοιπόν πέρα από την πολιτική ευθύνη της συμμετοχής μου αναλαμβάνω και την ποινική ευθύνη για τις εμπρηστικές επιθέσεις με βάση τις οποίες έχει σχηματιστεί δικογραφία, στην δημοτική αστυνομία της Κυψέλης, στην επενδυτική εταιρία Trastor και στο σπίτι του πρώην Υπουργού Οικονομικών και Εθνικής Άμυνας Γιάννου Παπαντωνίου […] Όπως λοιπόν αναλαμβάνω την ευθύνη για τις παραπάνω επιθέσεις ξεκαθαρίζω ότι δεν συμμετείχα στο εμπρησμό του αμαξοστασίου της ΕΘΕΛ ούτε στις εμπρηστικές επιθέσεις που πραγμάτωσαν οι Πύρινες Σκιές. Ο λόγος που δημόσια τοποθετούμαι πάνω σε αυτό είναι γιατί πιστεύω ότι έχει σημασία να αναδείξω τον τρόπο που οι αστυνομικές αρχές χρησιμοποιούν την νέα καταστολή μέσω του DNA για να ενοχοποιήσουν συντρόφους αιχμάλωτους και μη, δημιουργώντας μια βιομηχανία διώξεων που βασίζεται στην αυθεντία της επιστημονικοφανούς αντικειμενικότητας του DNA [..] Κλείνοντας το κομμάτι που αφορά την ανάληψη ευθύνης έχει σημασία να αναφερθώ και στο λάθος που έκανα να αφήσω το στικάκι στο σπίτι που διέμενα και να μην το καταστρέψω έγκαιρα. Πιστεύοντας με αφέλεια ότι δεν θα γίνει άμεσα η στραβή και αναβάλλοντας για αύριο κάτι που μπορούσα να κάνω άμεσα».
Θεωρούμε, λοιπόν, ότι το οποιοδήποτε κατασταλτικό μέσο δεν επιβάλλεται μόνο με την άμεση βία, αλλά είναι η κοινωνική αποδοχή που διευκολύνει τους κρατικούς σχεδιασμούς. Οι συνέπειες, λοιπόν, της «ανάσας» που διεκδικείται σε στενά ατομική βάση, όταν δεν υπολογίζονται ή μπαίνουν στην προκειμένη περίπτωση σε δεύτερη μοίρα, δεν σημαίνει ότι είναι και ανύπαρκτες.
Εδώ ακριβώς έρχεται η ηρωοποίηση να σκεπάσει την πραγματικότητα. Το «σύμβολο» τοποθετείται στο πιο ψηλό βάθρο για να μείνει ανέπαφο από οποιαδήποτε κριτική, ενώ οι απόψεις που ήδη έχουν διατυπωθεί σε προγενέστερο χρόνο περί «νίκης» και «ήττας» είναι ενδεικτικές και προφανώς καλοδεχούμενες από το κίνημα:
«Για μένα η σύλληψη τεσσάρων ένοπλων αναρχικών χωρίς μάχη είναι μια ήττα που δεν επιδέχεται περαιτέρω θυματοποίησης. Εδώ και πολλά χρόνια υπάρχει μια πλούσια ιστορική εμπειρία, μια αντάρτικη παράδοση όπου οι επαναστάτες μάχονται ως το τέλος.
Μια αντίληψη που προωθεί μια αυθεντική επιλογή σύγκρουσης με την εξουσία. Μια επιλογή που έχει καταφέρει να σχηματίσει σημαντικές ιστορικές παρακαταθήκες επαναστατικού αγώνα» (Ν. Ρωμανός, 17-2-2013, Παρέμβαση στην συγκέντρωση στις φυλακές Αυλώνα).
Και όμως αυτές οι απόψεις ήταν γνωστές σε όλους. Αφιερωμένες εξαιρετικά ιδιαίτερα σε εκείνους, που υποκριτικά καμώνονται ότι όσοι διαφωνούν με τις μπουρδολογίες τους περί «θριάμβου» και όσοι χαρακτηρίζουν φαιδρότητες τα περί «νίκης», θα ήθελαν τον απεργό νεκρό.
Είναι αυτοί που πρώτοι απ’ όλους «φόρτωσαν» στις πλάτες του πολύ παραπάνω βάρος απ’ ό,τι μπορούσε να σηκώσει, είναι εκείνοι που ζητωκραύγασαν, γιατί μπόρεσαν να βγουν από τις κινηματικές τρύπες της ανυπαρξίας τους και να ρίξουν λίγο ακόμα νερό στο μύλο της κυβερνώσας αριστεράς. Θα θυμίσουμε ακόμη ότι την ημέρα που συναντήθηκε ο πατέρας του Ρωμανού με τον Σαμαρά, την ίδια ημέρα το βράδυ ανακοινώθηκε η επίσπευση της διαδικασίας για εκλογή προέδρου της δημοκρατίας, ενώ την επομένη έληξε και τυπικά το θέμα στην βουλή.
Νίκη, λοιπόν, τα κοινοβουλευτικά νταλαβέρια, νίκη η αποδοχή της ηλεκτρονικής παρακολούθησης, νίκη η δυνατότητα των διαφόρων εξουσιαστικών μερίδων να δείξουν «συμπόνια» εκ τους ασφαλούς, βέβαια, για «το καημένο το παιδί, που είδε τον φίλο του να δολοφονείται μπροστά στα μάτια του». Νίκη που οι ειδικοί εγκληματολόγοι «διάβασαν» ότι το κράτος πυγμής αφήνει πίσω του «τον πόλεμο στο έγκλημα» επανορθώνοντας το κακό που προξένησε με την δολοφονία Γρηγορόπουλου.
Νίκη όλα αυτά, ενώ γνωρίζουμε ότι το κράτος όχι μόνο δεν χαρίζεται, αλλά ετοιμάζεται να σφίξει με κάθε τρόπο τα δεσμά…
Αθήνα 16 Δεκεμβρίου 2014
Συσπείρωση Αναρχικών